ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ 46/2011
Με τα άρθρα 6, 11, 12 παρ.1,13 παρ.1, 2 & 5 και 18 παρ.1 της Υ.Α 3525.5/01/2007 (ΦΕΚ ΒΊ 251/20.7.2007) για την «Κύρωση της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων» ορίζονται: «..Σε όλους τους ναυτολογημένους ναυτικούς για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές αργίες εν πλω και στο λιμάνι καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή υπό τύπον επιδόματος δια τας μέχρι του οκταώρου εργασίας κατά Κυριακή ανερχόμενη μηνιαίως σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας που προβλέπεται από το άρθρο 1 παρ.1 της παρούσης Συμβάσεως.
Διευκρινίζεται ότι το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές ανεξαρτήτως παροχής εκ μέρους αυτού ή μη υπηρεσίας ...Οι ώρες της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμάνι για όλους τους ναυτικούς που αφορά η ανωτέρω Συλλογική Σύμβαση ορίζονται σε 40 εβδομαδιαίως, δηλαδή 8 ώρες την ημέρα από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή, της εργασίας του Σαββάτου αμειβόμενης υπερωριακώς .... Ειδικά για το προσωπικό γενικών υπηρεσιών εν γένει, πλην των Ραδιοτηλεγραφητών, η οκτάωρη εργασία κατανέμεται από της 06.00` ώρας μέχρι της 22.00` ώρας με μία διακοπή .... Κάθε εργασία που εκτελείται από τους ναυτικούς εν πλω και στο λιμάνι, πέραν των κανονικών εργασίμων ημερών και ωρών, όπως αυτές καθορίζονται στα άρθρα 11 και 12 της παρούσης, περιλαμβανομένων και των εργασιών κατάπλου και απόπλου, θεωρείται πρόσθετη (υπερωριακή) και καταβάλλεται στους απασχολούμενους ναυτικούς πρόσθετη αμοιβή, η οποία υπολογίζεται ως εξής: Το ποσόν του μηνιαίου μισθού ενεργείας της παραγρ. 1 του άρθρου 1 (αφορά το βασικό μισθό) διαιρείται δια των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης, τούτων εξευρισκομένων δια της διαιρέσεως των εβδομάδων του έτους δια δώδεκα μηνών και του πολλαπλασιασμού του εκ της διαιρέσεως ταύτης προκύπτοντος πηλίκου 4,3 επί τας ώρας της ισχυούσης εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης.
Βάσει του ανωτέρω υπολογισμού, οι ώρες της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης ανέρχονται σε εκατόν εβδομήντα τρεις (173)... Για την πρόσθετη (υπερωριακή) εργασία περί της οποίας η προηγούμενη παράγραφος, η προκύπτουσα εκ της εφαρμογής της υπερωριακή αμοιβή του ναυτικού προσαυξάνεται κατά 25%.... Για την πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση του πληρώματος κατά τα Σάββατα και τις αργίες όπως αυτές ορίζονται από το άρθρον 18 της παρούσης, καταβάλλεται υπερωριακή αμοιβή η προσδιοριζόμενη από το παρόν άρθρο, προσαυξημένη κατά ποσοστό 50% για όλες τις ώρες της υπερωριακής απασχόλησης Σαββάτου και αργιών.... Οι κατωτέρω κατονομαζόμενες θρησκευτικές εορτές θεωρούνται ως ημέρες αργίας. Εργασίες εκτελούμενες κατά τις αργίες αυτές εν πλω και στο λιμάνι αμείβονται υπερωριακώς, σύμφωνα με την παραγρ. 5 του άρθρου 13 της Συλλογικής Σύμβασης... Διευκρινίζεται ότι οι Κυριακές αμείβονται με το 22% που προβλέπει το άρθρον 6 της Συλλογικής Σύμβασης. Εάν, όμως, μία εκ των ανωτέρω θρησκευτικών συμπέσει Κυριακή, εκτός του 22% ο ναυτικός εργαζόμενος θα αμείβεται και υπερωριακώς...».
Πρέπει να σημειωθεί ότι αναλόγου περιεχομένου διατάξεις και υπό την αυτή αρίθμηση ως προς τα πιο πάνω ζητήματα περιλαμβάνονται στην Υ.Α 3525.5/01/2008 (ΦΕΚ Β` 1631/14.8.2008) για την «Κύρωση της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων». Εξάλλου στον πίνακα αμοιβών από 1.1.2007-31.12.2007 της ως άνω Υ.Α 3525.5/01/2007 ορίστηκαν, προκειμένου περί ναυκλήρου, 1) ο μεν μισθός ενεργείας σε 1.115,74 ευρώ, το δε επίδομα Κυριακής αργίας σε 245,46 ευρώ και συνολικά σε 1.361,20 ευρώ, ενώ 2) η υπερωριακή αμοιβή κατά βαθμό, ειδικότητα και ωρομίσθιο του άρθρου 13 παρ.6 της παραπάνω Υ.Α, από 1.1.2007-31.12.2007,προκειμένου περί του κατατασσόμενου στο κατώτερο πλήρωμα καταστρώματος ναυκλήρου, καθορίστηκε ως ακολούθως: α) ανά ώρα υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας σε 6,45 ευρώ, β) προσαυξημένο κατά 25% για πρόσθετη (υπερωριακή) εργασία σε 8,06 ευρώ και γ) προσαυξημένο κατά 50% για όλες της ώρες υπερωριακής απασχόλησης κατά τα Σάββατα και αργίες σε 9,68 ευρώ. Ακόμη στον πίνακα αμοιβών από 1.1.2008-31.12.2008 της ως άνω Υ.Α 3525.5/01/2008 από 1.1.2008 -31.12.2008 ορίστηκαν, προκειμένου περί ναυκλήρου, 1) ο μεν μισθός ενεργείας σε 1.182,6 ευρώ, το δε επίδομα Κυριακής αργίας σε 200,19 ευρώ και συνολικά σε 1.442,87 ευρώ και 2) η υπερωριακή αμοιβή κατά βαθμό, ειδικότητα και ωρομίσθιο του άρθρου 13 παρ. 6 της παραπάνω Υ.Α α) ανά ώρα υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας σε 6,84 ευρώ, β) προσαυξημένη κατά 25% για πρόσθετη (υπερωριακή) εργασία σε 8,55 ευρώ και γ) προσαυξημένη κατά 50% για όλες τις ώρες υπερωριακής απασχόλησης κατά τα Σάββατα και αργίες σε 10,26 ευρώ.
[...] Αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: με σύμβαση ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που συνήψε ο ενάγων και ήδη εκκαλών- εφεσίβλητος την 21.5.2007, στον. Πειραιά, με την πρώτη εναγομένη και ήδη πρώτη εκκαλούσα-πρώτη εφεσίβλητη ναυτική εταιρία, εφοπλίστρια του υπό ελληνική σημαίου επιβατηγού-οχηματαγωγού πλοίου «Π», νηολογίου Πειραιά ..., ανήκοντος κατά κυριότητα στη δεύτερη εναγομένη και ήδη δεύτερη εφεσίβλητη-δεύτερη εκκαλούσα εταιρεία, ναυτολογήθηκε ως ναύκληρος από 22.5.2007 στο ως άνω πλοίο, το οποίο εκτελούσε τακτικά δρομολόγια, δυνάμει σύμβασης δημόσιας υπηρεσίας (αγόνων γραμμών) από Ρόδο προς Σύμη με επιστροφή, Ρόδο προς Καστελόριζο με επιστροφή και Ρόδο-Σύμη-Τήλο-Νίσυρο-Κώ με επιστροφή αντί του προβλεπομένου από την τότε ισχύουσα ΣΣΕ πληρωμάτων επιβατικών ακτοπλοϊκών πλοίων μηνιαίου μισθού, παρείχε δε έκτοτε ανελλιπώς τις υπηρεσίες του αντί του προβλεπομένου από την τότε ισχύουσα ΣΣΕ πληρωμάτων επιβατικών ακτοπλοϊκών πλοίων μηνιαίου μισθού απασχοληθείς, όπως ειδικότερα θα εκτεθεί παρακάτω, μέχρι την 16.1.2008, οπότε απολύθηκε με αμοιβαία συναίνεση. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τον νομίμως προσκομιζόμενο με επίκληση από τους διαδίκους
πίνακα δρομολογίων του πιο πάνω πλοίου, τα δρομολόγια του κατά τον κρίσιμο χρόνο της απασχόλησης σ` αυτό του ενάγοντος ήταν τα ακόλουθα:
Α) Κατά το χρονικό διάστημα από 1-6-2007 έως 30-6-2007: κάθε Δευτέρα το πλοίο παρέμενε στο λιμάνι της Ρόδου. Κάθε Τρίτη αναχωρούσε για Ρόδο στις 08.45` έφθανε στο Καστελόριζο στις 13.15` και στις 13.30` αναχωρούσε για επιστροφή στην Ρόδο, όπου έφθανε στις 18.15` και απ` εκεί αναχωρούσε στις 19.00`για Σύμη, όπου έφθανε στις 20.40` και διανυκτέρευε. Κάθε Τετάρτη αναχωρούσε από Σύμη στις 07.30` και έφθανε στη Ρόδο τις 09.10`, απ` όπου αναχωρούσε στις 12.00` για επιστροφή στη Σύμη, όπου έφθανε στις 13.40` και αναχωρούσε για Τήλο στις 13.50`, όπου έφθανε στις 16.00`, απ` εκεί δε αναχωρούσε στις 16.15`για Νίσυρο, όπου έφθανε στις 17.10` και στις 17.45` αναχωρούσε για Κω, όπου έφθανε στις 19.15` και διανυκτέρευε. Κάθε Πέμπτη αναχωρούσε από την Κω στις 06.00` και έφθανε στην Νίσυρο στις 07.30`, απ` όπου στις 07.45` αναχωρούσε για Τήλο, όπου έφθανε στις 09.00` και αναχωρούσε απ` εκεί στις 09.35` για Σύμη, όπου έφθανε στις 11.15`, αναχωρούσε δε απ` εκεί στις 11.35` για Ρόδο, όπου έφθανε στις 13.15`, απ` όπου στις 14.35` αναχωρούσε για Καστελόριζο και έφθανε τις 18.55`, απ` όπου αναχωρούσε στις 19.05` για Ρόδο όπου έφθανε στις 23.45` και διανυκτέρευε. Κάθε Παρασκευή αναχωρούσε από Ρόδο στις 12.00` και έφθανε στην Σύμη στις 13.40`, απ` όπου αναχωρούσε στις 13.50` για Τήλο, όπου έφθανε στις 16.00` και αναχωρούσε στις 16.15` για Νίσυρο, όπου έφθανε στις 17.30` και στις 7.45` αναχωρούσε για Κω, όπου έφθανε στις 19.15` και διανυκτέρευε. Κάθε Σάββατο αναχωρούσε από την Κω στις 06.00` και έφθανε στην Νίσυρο στις 07.30`, απ` όπου στις 07.45` αναχωρούσε για Τήλο όπου έφθανε στις 09.00`, αναχωρούσε δε στις 09.35` για Σύμη, όπου έφθανε στις 11.15` και αναχωρούσε στις 11.35` για Ρόδο, όπου έφθανε στις 13.15` και στις 14.35` αναχωρούσε για Καστελόριζο, όπου έφθανε στις 18.55` και αναχωρούσε στις 19.05` για Ρόδο, όπου έφθανε στις 23.45` και διανυκτέρευε. Κάθε Κυριακή το πλοίο παρέμενε στο λιμάνι της Ρόδου.
Β) Κατά το χρονικό διάστημα από 1-7-2007 έως 31-10-2007. [...] Γ) Κατά το χρονικό διάστημα από 1-11-2007 έως 29-2-2008. "[...] Στο εν λόγω πλοίο, όπου απασχολούνταν ως κατώτερο πλήρωμα επτά άτομα (ο ενάγων ως ναύκληρος και έξι ναύτες), ο ενάγων, όντας εκ της ειδικότητας του εν γένει υπεύθυνος για την εύρυθμη λειτουργία του κατώτερου προσωπικού καταστρώματος (άρθρο 52 Β.Δ 683/4.8-4.10.1960 - Φ.Ε.Κ. Α` 158), απασχολείτο με την καθαριότητα των χώρων του πλοίου (κατάστρωμα, ενδιαιτήματα, τουαλέτες κ.λπ), την ασφαλή φόρτωση -εκφόρτωση οχημάτων και τροφοεφοδίων, την επιβίβαση- αποβίβαση επιβατών και το βάψιμο-συντήρηση του πλοίου. Περαιτέρω, όπως προκύπτει κυρίως από τους επισυναπτόμενους στη νομίμως προσκομιζόμενη με επίκληση από τις εκκαλούσες-εφεσίβλητες συγκεντρωτική κατάσταση των υπερωριών του ενάγοντος πίνακες ωρών εργασίας/ανάπαυσης κατά μήνα εκείνου, που συντάχτηκαν από τον υπογράφοντα αυτές πλοίαρχο του ως άνω πλοίου και φέρουν και τη μη αμφισβητούμενη υπογραφή του ενάγοντος, λαμβανομένης δε υπόψη της προαναφερθείσας χρονικής διάρκειας των δρομολογίων, η οποία με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 αρ. 4 ΚΠολΔ) απαιτούσε πολύ μεγαλύτερη απασχόληση εκ μέρους εκείνου τόσον κατά τους πραγματοποιούμενους μεγάλης διάρκειας πλόες των ημερών Πέμπτης και Σαββάτου (Κως - Νίσυρος- Τήλος-Σύμη-Ρόδος-Καστελόριζο-Ρόδος από 06.00 έως 23.45) όσον και κατά τη περίοδο του θέρους 2007 (1.7-9.9.2007), οπότε υπήρχε αυξημένη τουριστική κίνηση και πραγματοποιούνταν επί πλέον δρομολόγια και κατά ημέρα Κυριακή, αποδείχθηκε ότι ο τελευταίος (ενάγων) εργαζόταν ως ακολούθως: Α) επί 2 ώρες κατά μέσον όρο υπερωριακά: πέραν του νομίμου δώρου, κατά τις καθημερινές ημέρες Τρίτη και Τετάρτη καθ` όλο το χρονικό διάστημα της ως άνω σύμβασης του (22.5.2007-16.1.2008), Β) επί 4 ώρες κατά μέσον όρο υπερωριακά, πέραν του νομίμου δώρου, κατά την καθημερινή ημέρα Πέμπτη & επί 12 ώρες υπερωριακά τα Σάββατα- αργίες καθ` όλο το χρονικό διάστημα της ανωτέρω σύμβασης του (22.5.2007-16.1.2008) και Γ) επί 3 ώρες υπερωριακά κατά μέσον όρο, πέραν του νομίμου 8ώρου, τις Κυριακές του διαστήματος από 1.7.2007-9.9.2007. Δεν αποδείχθηκε σε βαθμό σχηματισμού σαφούς και πλήρους δικανικής πεποίθησης ότι ο ενάγων εργάσθηκε υπερωριακά α) κατά την μέρα Δευτέρα, οπότε παρέμενε το επίδικο πλοίο στο λιμάνι της Ρόδου και εκτελούνταν εργασίες συντήρησης του και β) κατά ημέρα Παρασκευή, οπότε αυτό πραγματοποιούσε μικρής διάρκειας δρομολόγιο ( Ρόδος-Σύμη-Τήλος- Νίσυρος-Κως από 12.00 έως 19.15). Με βάση τα παραπάνω ο ενάγων εδικαιούτο για υπερωριακή αμοιβή, σύμφωνα με τα προεκτε-θέντα στην προηγούμενη μείζονα σκέψη, τα ακόλουθα:
1) Α) Για υπερωριακή απασχόληση καθημερινών από 22.5.2007-31.12.2007 1.605,44 ευρώ { [2 ώρες υπερωρία κάθε Τρίτη και Τετάρτη (2 ημέρες) =4 ώρες χ 26 εβδομάδες απασχόλησης =112 ώρες] + [ 4 ώρες υπερωρία κάθε Πέμπτη χ 28 εβδομάδες = 112 ώρες] =224 ώρες χ 8,06 ευρώ (προσαύξηση ωρομισθίου κατά 25%)}. Β) Για υπερωριακή απασχόληση καθημερινών από 1.1.2008-16.1.2008 136,80 ευρώ {[2 ώρες υπερωρία κάθε Τρίτη και Τετάρτη (2 ημέρες) = 4ώρες χ 2 εβδομάδες απασχόλησης =8 ώρες] + [4 ώρες υπερωρία κάθε Πέμπτη χ 2 εβδομάδες = 8 ώρες] =
16 ώρες χ 8,55 ευρώ (προσαύξηση ωρομισθίου κατά 25%)}.
Δ) Για υπερωριακή απασχόληση Σαββάτου -αργιών από 22.5.2007-31.12.2007 3.949,44 ευρώ {[12 ώρες υπερωρία Σαββάτου κάθε εβδομάδα χ 28 εβδομάδες απασχόλησης = 336 ώρες] + [12 ώρες αργιών χ 6 αργίες (15/8, 14/9, 28/10, 6/12, 25/12.& 26/12) = 72 ώρες] = 408 ώρες χ 9,68 ευρώ (προσαύξηση ωρομισθίου κατά 50%)}.
Δ) Για υπερωριακή απασχόληση Σαββάτου -αργιών από 1.1.2008-16.1.2008 492,48 ευρώ {[12 ώρες υπερωρία Σαββάτου κάθε εβδομάδα χ 2 εβδομάδες απασχόλησης = 24 ώρες]+ [ 12 ώρες αργιών χ 2 αργίες(1/1 & 6/1) = 24 ώρες] = 48 ώρες χ 10,26 ευρώ (προσαύξηση ωρομισθίου κατά 50%)}.
Ε) Για υπερωριακή απασχόληση Κυριακής από 1.7.2007-9.9.2007 ευρώ 265,98 {3 ώρες υπερωρία χ 11 Κυριακές = 33 ώρες χ 8,06 ευρώ}. Αντί του συνολικού ποσού των 6.157,66 ευρώ (1.805,44 + 136,80 + 3.949,44 + 492,48 + 265,98) για υπερωριακή αμοιβή κατά τα ως άνω αυτού ο ενάγων έλαβε κατά το πιο πάνω διάστημα για την ανωτέρω αιτία, όπως συνομολόγησε ο ίδιος στην ένδικη αγωγή (σελ.4) 3.020 ευρώ. Επομένως απομένει προς είσπραξη από τον ενάγοντα για την ανωτέρω αιτία το ποσό 3.137,66 ευρώ (6.157,66-3.020). Συνεπώς η εκκαλουμένη, που έκρινε ότι ο ενάγων εργαζόταν, χωρίς διάκριση των επί μέρους διαστημάτων απασχόλησης του, επί 12 ώρες ημερησίως και επεδίκασε σ` αυτόν για διαφορά αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης 6.385,70 ευρώ, έσφαλε κατά την εκτίμηση των αποδείξεων κατά παραδοχή ως βάσιμου του 1ου λόγου της κρινόμενης από 29.10.2009 έφεσης των εκκαλουσών, απορριπτόμενου δε ως αβασίμου του περί του αντιθέτου 1ου λόγου της κρινόμενης από 22.10.2009 έφεσης του εκκαλούντος.
Με το άρθρο 30 της ανωτέρω Υ.Α 3525. 5/01/2007 (ΟΕΚ Β` 1251/20.7.2007) ορίστηκε «...1. Στο κατώτερο προσωπικό καταστρώματος που ασχολείται στη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των οχημάτων, καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή ως ακολούθως: α. Για κάθε φορτηγό συρόμενο ή επικαθήμενο αυτοκίνητο (νταλίκες, τροχόσπιτα κλ.π.) δημοσίας ή ιδιωτικής χρήσεως 1,65 Ευρώ. β. Για κάθε άλλο φορτηγό αυτοκίνητο παντός τύπου δημοσίας ή ιδιωτικής χρήσεως 1,11 Ευρώ. γ. Για κάθε επιβατηγό αυτοκίνητο ή τρίκυκλο, δημοσίας ή ιδιωτικής χρήσεως 0,47 Ευρώ και για κάθε δίκυκλο 0,22 Ευρώ. 2. Η καταβολή κατά μήνα των κατά τα ως άνω ποσών στους δικαιούχους γίνεται αναλογικά σε καθένα από αυτούς. Ως προς το ναύκληρο και υποναύκληρο, το αναλογούν εις αυτούς ποσόν προσαυξάνεται κατά ποσοστό (10%) του απομένοντος υπολοίπου ανακατανεμομένου εξ ίσου μεταξύ των υπολοίπων μελών του κατωτέρου πληρώματος καταστρώματος. Για χρόνο υπηρεσίας ολιγότερο του μηνός καταβάλλεται στους δικαιούχους ανάλογο κλάσμα του αντίστοιχου ποσού. Οι ως άνω πρόσθετες αμοιβές σε καμία περίπτωση δεν συμψηφίζονται με οποιαδήποτε άλλη παροχή ούτε συμπεριλαμβάνονται σε οποιονδήποτε συμφωνηθέντα κλειστό μισθό.».
Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι κατά το χρονικό διάστημα της απασχόλησης του ενάγοντος διακινήθηκαν έως 31.12.2007 με το ανωτέρω πλοίο 8 λεωφορεία, 630 μεγάλα φορτηγά, 2.194 μικρά φορτηγά, 300 τρέϊλερς, 1.618 μηχανάκια και 3.100 Ι.Χ.Ε αυτοκίνητα., αφού συνομολογείται από τις εκκαλούσες στο δικόγραφο της κρινόμενης από 29.10.2009 έφεσης τους ο αριθμός των διακινηθέντων εν γένει οχημάτων, ο υπολογισμός δετής σχετικής πρόσθετης αμοιβής του ενάγοντος έγινε απ` αυτές με βάση το προβλεπόμενο από την ανωτέρω Υ.Α για το διάστημα από 1.1.2007-31.12.2007 ποσό ανά τύπο οχήματος.
Ως εκ τούτου ο ενάγων εδικαιούτο, σύμφωνα με την προηγούμενη μείζονα σκέψη, τα ακόλουθα: α) 8 λεωφορεία χ 1,65 ευρώ =13,20 ευρώ, β) 630 μεγάλα φορτηγά χ 1,11 ευρώ = 699,30 ευρώ, γ) 2.194 μικρά φορτηγά χ 1,11 = 2.435,34 ευρώ, δ) 300 τρέίλερς χ 0,22 ευρώ = 66 ευρώ, ε) 1.618 μηχανάκια χ 0,22 ευρώ = 355,96 και στ) 3.100 Ι.Χ.Ε αυτοκίνητα χ 0,47 = 1.457 ευρώ και συνολικά 5.026,80 ευρώ: 7 (αριθμός των μελών του απασχολούμενου με τη φορτοεκφόρτωση κατώτερου πληρώματος) = 718,11 ευρώ αναλογία καθενός + 10% ( ποσοστό προσαύξησης αμοιβής ενάγοντος ως ναύκληρου) = 789,92 ευρώ. Δεν αποδείχθηκε, όμως, ότι ο ενάγων εξοφλήθηκε (ΑΚ 416) από τις εναγόμενες για την ανωτέρω αιτία, όπως αυτές ισχυρίσθηκαν παραδεκτά πρωτοδίκως (με καταχώριση του ισχυρισμού τους στα πρακτικά ) και ήδη ως εκκαλούσες ισχυρίζονται εκ νέου στο αντίστοιχο σκέλος του 2ου λόγου της κρινόμενης από 29.10.2009 έφεσης τους, αφού στις σχετικές νόμιμα προσκομιζόμενες απ` αυτές με επίκληση εξοφλητικές αποδείξεις και μισθολογικές καρτέλλες του ενάγοντος δεν περιλαμβάνονται οι σχετικές απαιτήσεις του. Στο σημείο αυτό πρέπει να παρατηρηθεί ότι η εξόφληση περισσοτέρων από μιας απαιτήσεων του εργαζομένου δεν αποδεικνύεται με έγγραφο που περιέχει αόριστη δήλωση του ότι εξοφλήθηκε χωρίς ανάλυση των επί μέρους ποσών που καταβλήθηκαν για κάθε αξίωση, καθώς επίσης και τις αιτίες καταβολής τους (ΑΠ 639/1988 ΕλΔ 1989.560 ΑΠ 1074/1983 ΔΕΝ 40. 266, ΕφΠειρ 1270/1997 ΕΝΔ 1997. 438, ΕφΑΘ 5191/1982 ΔΕΝ 39. 532).
Συνεπώς η εξοφλητική απόδειξη που δεν είναι αναλυτική δε λαμβάνεται υπόψη από το Δικαστήριο (ΑΠ 639/1988 ΔΕΝ 45. 470, ΑΠ 140/1988 ΕΕΝ 48. 371, ΑΠ 1216/1983 ΔΕΝ 42. 561, ΕφΠειρ 901/2002 Πειρ Νομ 2003.70, ΕφΑΘ 2643/92 ΕλΔ 1993. 149) Επομένως η εκκαλουμένη, που επεδίκασε για την ανωτέρω αιτία στον ενάγοντα 1.148, 98 ευρώ, έσφαλε κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων κατά παραδοχή ως εν μέρει βάσιμου του 2ου λόγου της κρινόμενης από 29.10.2009 έφεσης των εκκαλουσών.
Με το άρθρο 14 της πιο πάνω Υ.Α ορίστηκε ότι «Ι.Στα πληρώματα των πλοίων...καταβάλλεται ως δώρο ο μισθός ενός μηνός επ` ευκαιρία των εορτών των Χριστουγέννων και του Νέου Έτους και ο μισθός 15 ημερών επ` ευκαιρία των εορτών του Πάσχα. 2.Τα δώρα εορτών υπολογίζονται καταβαλλομένων παγίων και σταθερών αποδοχών ήτοι μισθού ενεργείας και επιδομάτων περιλαμβανομένων και των υπερωριών.». Από το συνδυασμό της προαναφερθείσας διάταξης με εκείνες των άρθρων 2, 3 και 7 της υπ` αρ. 70109/8008/82 Υ.Α (Εμπ.Ναυτ.) «περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (Φ.Ε.Κ. Β` 1/7 Ιανουαρίου 1982) προκύπτει ότι οι ως άνω ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα μηνιαίο μισθό και μισθό 15 ημερών αντίστοιχα, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ` όλο το διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου αντιστοίχως, ή 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 ημίσεος μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή ανάλογο κλάσμα επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε καθ` όλο το διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου αντιστοίχως, προς υπολογισμό των οποίων λαμβάνονται υπ` όψιν ο καταβαλλόμενος μισθός την 10η Δεκεμβρίου και την 15η ημέρα προ του Πάσχα αντιστοίχως και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας τακτικά κάθε μήνα ή κατ` επανάληψη περιοδικά σε ορισμένα χρονικά διαστήματα, όπως π.χτο επίδομα Κυριακών, το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας, η υπερωριακή αμοιβή, το επίδομα αδείας, η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας, καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές (ΕφΠειρ 568/2009 ΕΝΔ 2009.267, ΕφΠειρ 283/2009 ΕΝΔ 2009.102), μεταξύ των οποίων είναι και η τροφοδοσία είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως, λαμβανομένου άρα υπόψη και του ημερήσιου αντίτιμου τροφής προς υπολογισμό των επιδομάτων εορτών (ΑΠ 1013/2003 ΕΝΔ 2003.345, ΕφΠειρ 521/2009 ΕΝΔ 2009.273) και του επιδόματος άγονης γραμμής του άρθρου 7 της πιο πάνω Σ.Σ.Ε (Εφ Πειρ 343/2009 αδημ.), ενώ στις τακτικές αποδοχές δεν συγκαταλέγεται η πρόσθετη αμοιβή για δρομολόγια «ΕΞΠΡΕΣ» (Εφ Πειρ 1/2003 ΕΝΔ 2003.123 & πρβλ. ΕφΠειρ 465/2009 ΕΝΔ 2009.276, ΕφΠειρ 34/2008 ΕΝΔ 2008.290 ).
Από τα ίδια πιο πάνω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι ο ενάγων εδικαιούτο για αναλογία δώρου Χριστουγέννων έτους 2007 (δεδομένου ότι η επίδικη σύμβαση του άρχισε στις 22.5.2007) τα παρακάτω με βάση τον πιο κάτω προβλεπόμενο από την ανωτέρω Υ.Α 3525.5/01/2007 (ΦΕΚ Β` 1251/20.7.2007) βασικό μηνιαίο μισθό, συνυπολογιζομένων των παρακάτω παροχών που καταβάλλονταν σ` αυτόν τακτικά και σταθερά κατά μήνα.
Οι τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, ο οποίος, όπως συνάγεται από το ναυτικό φυλλάδιο του, είχε θαλάσσια υπηρεσία σε κάθε περίπτωση άνω της διετίας, ανέρχονταν σε 3.961,59 ευρώ. [...] Συνεπώς, με βάση και το άρθρο 1 παρ. 3 εδαφ. α`της Υ.Α (Οικ. & Εργ.) 19040/1981 το οφειλόμενο ποσό στον ενάγοντα ανερχόταν σε 3.736,57 ευρώ {3.961,59 ευρώ χ 2/25 χ 11,79 ημερομίσθια (224 ημ./ 19 ημ.)}. Αντί, όμως, του ως άνω οφειλόμενου στον ενάγοντα για την ανωτέρω αιτία ποσού καταβλήθηκαν σ` αυτόν (ΑΚ 416) από τις εναγόμενες, όπως αυτές ισχυρίσθηκαν παραδεκτά και πρωτοδίκως, ήδη δε ισχυρίζονται εκ νέου ως εκκαλούσες με τον 3ο λόγο της έφεσης τους, για δώρο Χριστουγέννων μόνον 295 ευρώ, όπως προκύπτει από το φύλλο μισθοδοσίας του ενάγοντος της περιόδου 1.12.2007-30.12.2007, που φέρει τη μη αμφισβητούμενη απ` αυτόν υπογραφή του, χωρίς, όμως, απ` αυτό να αποδεικνύεται και η πλήρης εξόφληση του. Άρα απομένει υπόλοιπο οφειλής αυτών προς τον ενάγοντα για την πιο πάνω αιτία 3.441,57 ευρώ (3.736,57-295).
Επομένως η εκκαλουμένη, που επεδίκασε για την ανωτέρω αιτία στον ενάγοντα 3.140,56 ευρώ, έσφαλε κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων κατά παραδοχή ως βάσιμου του 2ου λόγου της κρινόμενης από 22.10.2009 έφεσης του εκκαλούντος, απορριπτόμενου δε ως αβασίμου του περί του αντιθέτου 3ου λόγου της κρινόμενης από 29.10.2009 έφεσης των εκκαλουσών.
Όπως προκύπτει από το συνδυασμό των άρθρων 10 παρ.3 και 15 παρ.1, 2 περ.α της ως άνω Υ.Α:
α) το ημερομίσθιο για τον υπολογισμό της άδειας και για κάθε άλλη περίπτωση προβλεπόμενη στην προαναφερθείσα Σ.Σ.Ε καθορίστηκε στο 1/22 του ως άνω μισθού ενεργείας, β) οι μεν ναυτικοί που έχουν διετή τουλάχιστον θαλάσσια υπηρεσία δικαιούνται αδείας 60 ημέρες το χρόνο ή 5,00 για κάθε μήνα υπηρεσίας και για τις τυχόν ημέρες αντίστοιχο κλάσμα του μηνός, όσοι δε έχουν μέχρι 2 χρόνια θαλάσσια υπηρεσία (δικαιούνται) 52 ημέρες το χρόνο ή 4,33 και για τις τυχόν ημέρες αντίστοιχο κλάσμα του μηνός, ενώ γ) η αποζημίωση της άδειας υπολογίζεται επί του μισθού ενεργείας, όπως αυτός καθορίζεται από την οικεία Σ.Σ.Ε, πλέον του επιδόματος Κυριακών και του αντιτίμου της τροφής. Ακόμη, όπως ορίζεται από την παράγραφο 3 εδάφια γ και τελευταίο του άρθρου 15 της πιο πάνω Σ.Σ.Ε «...Εν πάσει περιπτώσει πρέπει να καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια ν` αποφεύγεται η μη παροχή της αδείας έναντι καταβολής χρηματικής αποζημίωσης....Η χορήγηση της αδείας θα γίνεται το πολύ σε δύο τμήματα. Σε κάθε, όμως, περίπτωση με την απόλυση του ναυτικού εξοφλείται η τυχόν οφειλόμενη σε αυτόν άδεια...».
Από τα ίδια παραπάνω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, ο οποίος είχε ως ναυτικός θαλάσσια υπηρεσία άνω των δύο ετών, όπως προαναφέρθηκε, δεν έλαβε άδεια έτους 2007 36,5 ημερών (7 και 9/30 μην.= 7,3 μην. χ 5,00) δικαιούμενος, με βάση τα προαναφερθέντα στην ως άνω μείζονα σκέψη, αποζημίωσης λόγω μη ληφθείσας άδειας 2.818,89 ευρώ (μισθός ενέργειας 1.115,74 ευρώ + επίδομα Κυριακής 245,46 ευρώ + αντίτιμο τροφής κατ` άρθρο 3 οικείας Σ.Σ.Ε 15,36 ευρώ χ 22 ημέρες = 337,92 ευρώ = 1.699,12 ευρώ: 22 = 77,23 ευρώ χ 36,5 ημ.).
Αντί, όμως, του πιο πάνω οφειλόμενου στον ενάγοντα για την ανωτέρω αιτία ποσού καταβλήθηκαν σ` αυτόν (ΑΚ) από τις εναγόμενες, όπως αυτές ισχυρίσθηκαν παραδεκτά και πρωτοδίκως (με καταχώριση του σχετικού ισχυρισμού τους στα πρακτικά), για μη ληφθείσα άδεια, όπως προκύπτει από το φύλλο μισθοδοσίας του ενάγοντος της περιόδου 1.12.2007-30.12.2007, που φέρει τη μη αμφισβητούμενη απ` αυτόν υπογραφή του, μόνον 309,36 ευρώ και άρα απομένει υπόλοιπο οφειλής τους για την πιο πάνω αιτία ευρώ 2.509,53 ευρώ (2.818,89 -309,36) . Δεν αποδείχθηκε, όμως, ότι ο ενάγων εξοφλήθηκε πλήρως (ΑΚ 416) από τις εναγόμενες για την ανωτέρω αιτία, όπως αυτές ισχυρίσθηκαν παραδεκτά πρωτοδίκως (με καταχώριση του ισχυρισμού τους στα πρακτικά) και ήδη ως εκκαλούσες ισχυρίζονται εκ νέου στο αντίστοιχο σκέλος του 4ου (και τελευταίου) λόγου της κρινόμενης από 29.10.2009 έφεσης τους. Επομένως, η εκκαλουμένη, που επεδίκασε για την παραπάνω αιτία στον ενάγοντα 3.035 ευρώ, έσφαλε κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων κατά παραδοχή ως εν μέρει βάσιμου του 4ου (και τελευταίου) λόγου της κρινόμενης από 29.10.2009 έφεσης των εκκαλουσών.
Από τις διατάξεις του άρθρου 33 της ως άνω συλλογικής συμβάσεως συνάγεται ότι προκειμένου περί πλοίου, το οποίο εκτελεί κυκλικά ταξίδια και προς εξυπηρέτηση καθορισμένου δρομολογίου αποπλέει από του αφετηρίου λιμένος ή του λιμένος προορισμού προ της παρελεύσεως εξαώρου από του κατάπλου, ή έχει τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από του αφετηρίου λιμένος, υπό την προϋπόθεση ότι δεν εκτελεί κατά κύριο λόγο ημερινούς πλόες (από 7ης πρωινής μέχρι 23ης νυκτερινής - ημερόπλοιο) ή δεν είναι πλοίο τοπικών γραμμών, το οποίο δεν εκτελεί δρομολόγια κατά τις νυκτερινές ώρες (23.00 - 07.00) ή δεν επεκτείνει τα δρομολόγια κατά τις ώρες αυτές, οι ναυτικοί, οι οποίοι διέπονται από τις διατάξεις της ως άνω συλλογικής συμβάσεως, δικαιούνται αμοιβής ίσης προς το πηλίκο του συνόλου των ωρών των προώρων αναχωρήσεων μέχρι της συμπληρώσεως εξαώρου από του κατάπλου καθ` εβδομάδα δια του αριθμού 8 ή τον αριθμό των πέραν των πέντε δρομολογίων του πλοίου καθ` εβδομάδα αντιστοίχως επί το 1/30ό ή 1/60ό ή 1/1200 του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών, εάν το κυκλικό ταξίδιο διαρκεί τουλάχιστον 12 ώρες ή τουλάχιστον 6 ώρες ή μέχρι 6 ωρών αντιστοίχως. Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία δεν αποδείχθηκε ότι το πιο πάνω πλοίο εκτελούσε δρομολόγια «ΕΞΠΡΕΣ» υπό την έννοια της προηγούμενης μείζονος σκέψης, αφού αυτό δεν είχε επεκτείνει τα δρομολόγια του κατά τις νυκτερινές ώρες από 23.00` - 07.00`, αντίθετα δε ot πλόες του ήταν κατά κύριο λόγο την ημέρα (από 07.00-23.00), εκτός των ανά εβδομάδα δρομολογίων της Πέμπτης και του Σαββάτου που άρχιζαν στις 06.00 και τέλειωναν στις 23.45`, δηλαδή η λήξη τους επ` ολίγο υπερέβαινε την 23.00`.
Ως εκ τούτου το πιο πάνω πλοίο ήταν ημερόπλοιο εξαιρούμενο έτσι από την εφαρμογή των περί δρομολογίων «ΕΞΠΡΕΣ» παραπάνω διατάξεων και συνεπώς ο ενάγων δεν εδικαιούτο αμοιβή για την αιτία αυτή. Επομένως η εκκαλουμένη, που απέρριψε ως κατ` ουσίαν αβάσιμο το σχετικό αγωγικό κονδύλιο, δεν έσφαλε, αλλά ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις, τα δε αντίθετα υποστηριζόμενα από τον ενάγοντα με τον 3ο (και τελευταίο) λόγο της από 22.10.2009 κρινόμενης έφεσης του είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.
Κατά συνέπειαν, εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι των κρινόμενων εφέσεων, πρέπει: να γίνουν αυτές δεκτές κατ` ουσίαν (κατά παραδοχή ως βάσιμων των ανωτέρω λόγων τους), να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη (άρθρο 535 παρ.1 ΚΠολΔ) κατά το μέρος που αφορά την κύρια βάση της ένδικης αγωγής και ως προς τα κεφάλαια α) της διαφοράς υπερωριών, β)της αναλογίας δώρου Χριστουγέννων έτους 2007, γ) της πρόσθετης αμοιβής φορτοεκφόρτωσης, δ) της αποζημίωσης για μη ληφθείσα άδεια και ε) των δικαστικών εξόδων, εφόσον όταν εξαφανίζεται ολικά ή εν μέρει η εκκαλουμένη απόφαση, εξαφανίζεται και το κεφάλαιο των δικαστικών εξόδων, ολικά και στις δύο περιπτώσεις, στην μεν πρώτη ως αναγκαίο επακόλουθο της εξαφανίσεως της αποφάσεως, στη δε δεύτερη εν όψει της αναγκαιότητος ενιαίου καθορισμού των δικαστικών εξόδων ως προς όλα τα κεφάλαια της αποφάσεως (ΑΠ 192/1998 ΕλΔ 1998.825). Ακολούθως, πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση κατά το μέρος αυτό και να δικασθεί κατ` ουσίαν ως προς αυτό η ένδικη αγωγή, να γίνει δε αυτή δεκτή εν μέρει ως κατ` ουσίαν βάσιμη κατά την κύρια βάση της, εφόσον αρμοδίως (άρθρα 16, 25 παρ.2, 33 ΚΠολΔ, 51 Ν.2172/1993) και παραδεκτά εισήχθη στο Δικαστήριο αυτό κατά τη διαδικασία των άρθρων 663 επ. ΚΠολΔ σε συνδ. με 82 ΚΙΝΔ καταβληθέντος του αναλόγου δικαστικού ενσήμου για το αντικείμενο της, είναι δε νόμιμη κατά τις προεκτεθείσες στις σχετικές μείζονες σκέψεις διατάξεις σε συνδυασμό μ` εκείνες των άρθρων 53, 54, 60 εδ. α`, 84, παρ. 1, 105,106 ΚΙΝΔ και να υποχρεωθούν οι εναγόμενες, η δε δεύτερη με το ως άνω πλοίο της και μέχρι την αξία του, να καταβάλουν στον ενάγοντα 9.887,68 ευρώ (3.137,66 + 798,92 + 3.441,57 + 2.509,53) με το νόμιμο τόκο, όπως ειδικότερα θα αναφερθεί παρακάτω, αφού σημειωθούν επί του θέματος των τόκων τα ακόλουθα:
Από τις διατάξεις των άρθρων 341, 345, 346 και 655 εδ. 1 ΑΚ, 11 της προαναφερθείσας υπ` αρ.70109/8008/82 Αποφάσεως Υ.Ε.Ν., 13 παρ. 4, 15 παρ. 3 εδ. τελευταίο και 30 παρ. 2 της ως άνω συλλογικής συμβάσεως προκύπτει ότι η αμοιβή υπερωριακής εργασίας, η αποζημίωση για μη ληφθείσα άδεια και η πρόσθετη αμοιβή φορτοεκφόρτωσης καταβάλλονται την τελευταία ημέρα του μήνα, κατά τον οποίον παρεσχέθη η εργασία, το επίδομα εορτών Χριστουγέννων, καθ` ο μέρος αντιστοιχεί μέχρι της 21ης Δεκεμβρίου, καταβάλλεται την εν λόγω ημερομηνία, ενώ το υπόλοιπο μπορεί να καταβληθεί την 31η Δεκεμβρίου, το επίδομα εορτών Πάσχα, καθ` ο μέρος αντιστοιχεί μέχρι της Μεγάλης Τετάρτης, καταβάλλεται την εν λόγω ημέρα, ενώ το υπόλοιπο μπορεί να καταβληθεί την 30η Απριλίου, ως προς όλες δε τις εν λόγω αξιώσεις με μόνη την παρέλευση των ως άνω ημερομηνιών ο εργοδότης καθίσταται υπερήμερος και οφείλει έκτοτε τόκο υπερημερίας, ενώ η αποζημίωση απολύσεως (περί της οποίας δεν πρόκειται εν προκειμένω) δεν θεωρείται μισθός και δεν υφίσταται ως προς αυτή δήλη ημέρα καταβολής, αλλά ο τόκος αρχίζει από την όχληση και σε κάθε περίπτωση από την επίδοση της αγωγής (ΕφΠειρ 283/2009 ο.π., ΕφΠειρ 300/1996 ΕΝΔ 1996.354, ΕφΠειρ 247/1995 ΕΝΔ 1995.483, ΕφΠειρ 198/1993 ΕΝΔ 1993.440).
Επομένως στην προκειμένη περίπτωση οφείλεται νόμιμος τόκος ως εξής: 1) Ως προς το επιδικασθέν ποσό των υπερωριών (3.137,66 ευρώ), της αποζημίωσης για μη ληφθείσα άδεια (2.509,53 ευρώ) και της πρόσθετης αμοιβής φορτοεκφόρτωσης από την 17.1.2008, επομένη της απολύσεως του ενάγοντος, ενώ 2) ως προς το επιδικασθέν ποσό για αναλογία δώρου Χριστουγέννων έτους 2007 (3.441,57 ευρώ) από την 22.12.2007, και το σύνολο τους μέχρι την εξόφληση. Πρέπει να παρατηρηθεί ότι το επικουρικά υποβαλλόμενο με τις προτάσεις των εφεσιβλήτων-εναγομένων αίτημα περί μη επιδίκασης τόκων υπερημερίας για το χρονικό διάστημα από την επομένη της αρχικώς προδιορισθείσας δικασίμου, 20.5.2010, οπότε αναβλήθηκε η υπόθεση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (2.12.2010) για λόγους ανωτέρας βίας (αποχή δικηγόρων), είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο. Αυτό επειδή, όπως προκύπτει από τα άρθρα 340- 344 ΑΚ, άρση της υφιστάμενης υπερημερίας, δηλαδή παύση των αποτελεσμάτων της, μπορεί να επέλθει είτε με την πλήρη εκπλήρωση της ενοχής (εκπλήρωση της αρχικής παροχής και της τυχόν οφειλόμενης λόγω της υπερημερίας αποζημιώσεως ή των τόκων) είτε από λόγους που ανάγονται στο πρόσωπο του δανειστή (μη αποδοχή προσήκουσας προσφοράς της παροχής, παροχή νέας προθεσμίας προς εκπλήρωση, σύγχυση κλπ.), όχι όμως και λόγω επέλευσης γεγονότος, έστω και ανώτερης βίας, που καθιστά εφεξής δικαιολογημένη την καθυστέρηση εκ μέρους του οφειλέτη, γιατί ο νόμος στο γεγονός αυτό προσδίδει μόνο την έννομη συνέπεια της μη επέλευσης της υπερημερίας και όχι της άρσεως της ήδη επελθούσας (ΑΠ 433/2007). [...]
Ν.Σ.
(ΠΗΓΗ: LAWDB.INTRASOFTNET.COM)