Η κατωτέρω εισήγηση δημοσιεύεται και στην Επιθεώρηση Συγκοινωνιακού ΔικαίουΕισήγηση ΗΛΙΑ Ι. ΚΛΑΠΠΑΣ, Δικηγόρου Πειραιά, Μέλους Δ.Σ. του Δ.Σ.ΠειραιάΗ ΤΥΧΗ ΤΗΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΟΤΑΝ ΤΡΙΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΧΡΕΟΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ Ή ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΤΟΥ ΖΗΜΙΩΘΕΝΤΑ-Ο κανόνας (ΑΚ 930 εδ. γ΄) και οι εξαιρέσεις του (υποκατάσταση Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης, Ασφαλιστική υποκατάσταση, έκταση ευθύνης Επικουρικού Κεφαλαίου)ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑΙ Ο κανόνας του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚ_ 3Α Τι προβλέπει η διάταξη_ 31 Η έκταση της υποχρέωσης αποζημίωσης ζημιώσαντα σε περίπτωση παροχής τρίτου_ 32 Η έκταση της αξίωσης αποζημίωσης του ζημιωθέντα σε περίπτωση παροχής τρίτου_ 3Β Πότε εφαρμόζεται η διάταξη_ 4Γ Νομοθετικός σκοπός της διάταξης 5Δ Έκταση εφαρμογής 61 Ως προς το πρόσωπο του δικαιούχου_ 62 Ως προς τις καλυπτόμενες ζημίες73 Ως προς το πρόσωπο του τρίτου υπόχρεου σε παροχή_ 74 Ως προς τις καλυπτόμενες παροχές7Ε Περιπτώσεις εφαρμογής του κανόνα της αθροιστικής απόληψης παροχής τρίτου και αποζημίωσης από τον ζημιωθέντα_ 81 Οικειοθελείς παροχές8α Παροχή υπηρεσιών νοσοκόμας-οικιακής βοηθού από οικείο πρόσωπο του ζημιωθέντα_ 8β Οι εξ ελευθεριότητας παροχές τρίτου 82 Υποχρεωτικές παροχές9α Η καταβολή μισθού και αντιστοιχούντων δώρων και επιδομάτων από τον εργοδότη_ 9β Η καταβολή μισθού και αντιστοιχούντων δώρων και επιδομάτων από το Δημόσιο_ 9γ Η καταβολή νοσηλίων από το Δημόσιο_ 10δ Η καταβολή νοσηλίων από Οργανισμό Κοινωνικής Ασφάλισης 10ε Η καταβολή σύνταξης από Οργανισμό Κοινωνικής Ασφάλισης ή από το Δημόσιο_ 11στ Η καταβολή διατροφής και νοσηλίων από τον υπόχρεο εκ του νόμου σε διατροφή_ 12ΙΙ Οι εξαιρέσεις από τον κανόνα_ 12Α Υποκατάσταση οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης στα δικαιώματα του ασφαλισμένου παθόντα 121 Υποκατάσταση ΙΚΑ_ 12α Νομοθετική ρύθμιση_ 12β Προϋποθέσεις υποκατάστασης 132 Υποκατάσταση άλλων Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης15α Νομοθετική ρύθμιση_ 15β Διαχρονικό δίκαιο_ 15Β Υποκατάσταση φορέων ιδιωτικής ασφάλισης στα δικαιώματα του ασφαλισμένου παθόντα (ασφαλιστική υποκατάσταση) 161 Νομοθετική ρύθμιση_ 162 Προϋποθέσεις υποκατάστασης173 Το βάρος απόδειξης των προϋποθέσεων ασφαλιστικής υποκατάστασης20Γ Έκταση ευθύνης Επικουρικού Κεφαλαίου_ 201 Στις περιπτώσεις παροχών από Οργανισμό Κοινωνικής Ασφάλισης20α Όταν δεν προβλέπεται υποκατάσταση Οργανισμού Κοινωνικής Ασφάλισης 22β Όταν προβλέπεται υποκατάσταση Οργανισμού Κοινωνικής Ασφάλισης 222 Ανάγκη νομοθετικής τροποποίησης της διάταξης άρθρ.19 παρ. 5 εδ. α΄ π.δ. 237/86_ 223 Ευθύνη Επικουρικού Κεφαλαίου στις περιπτώσεις παροχών από φορέα ιδιωτικής ασφάλισης 25Ι Ο κανόνας του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚΑ Τι προβλέπει η διάταξηΗ διάταξη του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚείναι από αυτές που έχουν επιβιώσει χωρίς καμία νομοθετική μεταβολή καθόλο το χρονικό διάστημα της ισχύος του Αστικού Κώδικα.Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚ, «η αξίωση αποζημίωσης δεν αποκλείεται από το λόγο ότι κάποιος άλλος έχει την υποχρέωση να αποζημιώσει ή να διατρέφει αυτόν που αδικήθηκε».Η διάταξη του 930 εδ. γ΄ ΑΚ απαντά σε δύο ερωτήματα: το πρώτο αφορά στην έκταση της υποχρέωσης αποζημίωσης του ζημιώσαντα σε περίπτωση παροχής από τρίτο στο ζημιωθέντα, και το δεύτερο αφορά στην έκταση της αξίωσης αποζημίωσης του ζημιωθέντα και, κατ’ επέκταση, στο πρόσωπο του δικαιούχου της αποζημίωσης, σε περίπτωση παροχής από τρίτο.1 Η έκταση της υποχρέωσης αποζημίωσης του ζημιώσαντα σε περίπτωση παροχής τρίτουΣύμφωνα με τον κανόνα του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚ, η έκταση της υποχρέωσης αποζημίωσηςτου ζημιώσαντα παραμένει ίδια είτε υπάρχει είτε όχι παροχή από τρίτο στο ζημιωθέντα και σκοπεύει στην πλήρη αποκατάσταση τόσο της περιουσιακής ζημίας όσο και της βλάβης που προκλήθηκε σε μη-περιουσιακά αγαθά (ηθική βλάβη). Ο κατά νόμο υπόχρεος (υπαίτιος οδηγός, προστήσας κύριος ή κάτοχος του ζημιογόνου οχήματος, αστικώς υπεύθυνος κ.α.) δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωση αποζημίωσης στην περίπτωση που κάποιος τρίτος έχει την υποχρέωση εκ του νόμου ή εκ συμβάσεως να αποζημιώσει ή να διατρέφει τον ζημιωθέντα, ακόμη και αν η υποχρέωση αυτή έχει ως αιτία την ίδια αδικοπραξία.Εξαίρεση από τον κανόνα αυτό εισάγει η διάταξη του άρθρου 19 παρ. 5 εδ. α΄π.δ. 237/86, η οποία, όπως κατωτέρω αναλυτικά αναφέρεται στο οικείο κεφάλαιο, στις περιπτώσεις παροχών προς τον ζημιωθέντα από Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης, περιορίζει την έκταση της υποχρέωσης αποζημίωσης αποκλειστικά και μόνο του Επικουρικού Κεφαλαίου, όταν αυτό είναι νόμω υπόχρεο προς αποζημίωση, αφήνοντας ακέραιη την έκταση της υποχρέωσης αποζημίωσης των λοιπών κατά νόμω υπόχρεων. 2 Η έκταση της αξίωσης αποζημίωσης του ζημιωθέντα σε περίπτωση παροχής τρίτουΌσον αφορά στο δεύτερο ερώτημα, σε περίπτωση παροχής από τρίτο, ο ζημιωθείς παραμένει δικαιούχος της αποζημίωσηςκαι έχει, με βάση τη διάταξη αυτή, νόμιμο δικαίωμα για αθροιστική απόληψη της παροχής του τρίτου και της αποζημίωσης. Κατά συνέπεια, η αποζημιωτική του αξίωση διατηρείται ακέραιη έναντι του ζημιώσαντα, καθώς η παροχή του τρίτου δεν καταλογίζεται στη ζημία και δεν μειώνει την έκταση της αποζημίωσης που ο παθών δικαιούται.Στις περιπτώσεις που απολύτως περιοριστικά προβλέπεται από άλλη ειδική νομοθετική διάταξη εξαίρεση στον κανόνα της αθροιστικής απόληψης με υποκατάσταση του τρίτου παρόχου στα δικαιώματα του ζημιωθέντα (όπως στις περιπτώσεις παροχών από φορείς κοινωνικής και ιδιωτικής ασφάλισης), η έκταση της υποχρέωσης αποζημίωσης του ζημιώσαντα παραμένει ίδια και ως προς αυτό ο κανόνας της 930 εδ. γ΄ ΑΚ δεν αλλάζει. Πλην όμως, στην περίπτωση αυτή, μειώνεται η έκταση της αποζημίωσης που δικαιούται ο ζημιωθείς, καθώς καταλογίζεται στη ζημία η παροχή του τρίτου, και αλλάζει ο δικαιούχος της αποζημίωσης, δεδομένου ότι υποκαθίσταται ο τρίτος στα δικαιώματα του ζημιωθέντα έναντι του ζημιώσαντα.Β Πότε εφαρμόζεται η διάταξηΗ διάταξη του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚ, εισάγει εξαίρεση από την αρχή του συμψηφισμού της ζημίας που υπέστη ο ζημιωθείς και του οφέλους εκ της παροχής του τρίτου, στις περιπτώσεις προσβολής της ζωής, του σώματος ή της υγείας.Η διάταξη του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚ προϋποθέτει τη γενική αρχή περί συνυπολογισμού ωφέλειας και ζημίας (compensatio lucri cum damno), σύμφωνα με την οποία για να συμψηφιστεί η ωφέλεια με τη ζημία απαιτείται και οι δύο να συνδέονται αιτιωδώς με το ίδιο ζημιογόνο γεγονός.Όταν δεν υφίσταται αιτιώδης συνάφεια της ζημίας και της ωφέλειας με το ίδιο ζημιογόνο γεγονός, τότε δεν απαιτείται να εφαρμοστεί η διάταξη 930 εδ.γ΄ ΑΚ για να αποφευχθεί ο καταλογισμός της ωφέλειας στη ζημία, αλλά εφαρμόζονται οι γενικές διατάξεις των άρθρων 297, 298 και 914 ΑΚ,σύμφωνα με τις οποίες η αποζημίωση περιλαμβάνει τη διαφορά μεταξύ της παρούσας περιουσιακής κατάστασης του ζημιωθέντα, όπως διαμορφώνεται μετά το ζημιογόνο γεγονός, και εκείνης της οποίας θα βρισκόταν αν δεν μεσολαβούσε το ζημιογόνο γεγονός.Ωφέλεια που δεν τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με το ζημιογόνο γεγονός δεν αφαιρείται από τη ζημία, αντίθετα αφαιρείται, στη βάση ένστασης του εναγομένου ανατρεπτικής της αγωγής, μόνο η ωφέλεια η οποία τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με το ζημιογόνο γεγονός, οπότε πραγματική ζημία είναι ό,τι υπολείπεται μετά την αφαίρεση της ωφέλειας.Για το λόγο αυτό, χωρίς προσφυγή στη διάταξη της 930 εδ. γ΄ ακ, αλλά με βάση τις γενικές διατάξεις περί προσδιορισμού της ζημίας και κατ’ επέκταση της αποζημίωσης, κρίθηκε ότι η κληρονομία του θανατωθέντα δεν θεωρείται για το δικαιούχο διατροφής όφελος από παροχή τρίτου συνδεόμενο αιτιωδώς με το ζημιογόνο γεγονός και δεν καταλογίζεται στη ζημία που υπέστη ο δικαιούχος διατροφής.Συνεπώς, η προσφυγή στη διάταξη του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚ δεν απαιτείται όταν ωφέλεια και ζημία έχουν διαφορετική αιτία και ειδικότερα όταν η ωφέλεια δεν συνδέεται με το ζημιογόνο γεγονός.Γ Νομοθετικός σκοπός της διάταξηςΜε τη διάταξη του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚ επιδιώκεται,πρώτον, να μην ωφεληθεί ο ζημιώσας από τον συμψηφισμό οφέλους-ζημίας, αλλά η σχετική ωφέλεια να παραμείνει στον ζημιωθέντα, καθώς μάλιστα η παροχή αυτή, κατά τον προορισμό της, έχει σκοπό να ωφελήσει τον ζημιωθέντα και όχι τον αδικοπρακτήσαντα, του οποίου αφήνεται άθικτη η υποχρέωση αποζημίωσης,δεύτερον, να αποκλεισθεί η μετακύλιση της ευθύνης από τον ζημιώσαντα στον τρίτο που οφείλει, εκ του νόμου ή εκ συμβάσεως, αποζημίωση ή διατροφή στον ζημιωθέντακαι τρίτον, να αποφευχθεί ο περιορισμός ή η κατάργηση της ατομικής αστικής ευθύνης σε περίπτωση πρόκλησης ζημίας.Αν δεν εφαρμοζόταν η διάταξη του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚκαι δεδομένου ότι η ζημία του τρίτου καταρχήν δεν αποκαθίσταται, ο κατ’ εξοχήν υπαίτιος δεν θα υποχρεούτο να αποζημιώσει ούτε τον παθόντα, καθώς δεν θα υφίστατο ζημία, ούτε τον τρίτο υπόχρεο σε παροχή προς τον παθόντα, καθώς ο νόμος δεν αναγνωρίζει υποχρέωση ανόρθωσης της έμμεσης ζημίας που προκλήθηκε από αδικοπραξία σε τρίτον, παρά μόνο στις εξαιρετικές περιπτώσεις των άρθρων 928 εδ. β΄ και 929 εδ. β΄ ΑΚ.Κατά συνέπεια, εκτός από τις περιπτώσεις όπου περιοριστικά ο νόμος προβλέπει υποκατάσταση του τρίτου στα δικαιώματα του ζημιωθέντα, ο υπαίτιος και κατά νόμο υπόχρεος προς αποζημίωση εκ της αδικοπραξίας δεν μπορεί να αποκρούσει την αξίωση αποζημίωσης του ζημιωθέντα υποβάλλοντας την ανατρεπτική του δικαιώματος του ενάγοντα ένσταση συμψηφισμού κέρδους-ζημίας, με τον ισχυρισμό ότι τρίτος κατέβαλε στον ζημιωθέντα το σύνολο ή μέρος της αποζημίωσης που δικαιούται. Η έκταση της ευθύνης του ζημιώσαντα παραμένει ακέραιη έναντι του ζημιωθέντα, ο οποίος δικαιούται σε αθροιστική απόληψη της παροχής του τρίτου και της αποζημίωσης από τον υπαίτιο και νόμω υπόχρεο, χωρίς αυτό να συνιστά αδικαιολόγητο πλουτισμό.Ο πρωταρχικός νομοθετικός σκοπός της διάταξης του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚ είναι να αποφευχθεί η ωφέλεια του ζημιώσαντα από την παροχή του τρίτου. Ο νομοθέτης σταθμίζοντας τα έννομα συμφέροντα δεν θεωρεί ότι η αθροιστική απόληψη παροχής του τρίτου και αποζημίωσης συνιστά αδικαιολόγητο πλουτισμό του ζημιωθέντα, δεδομένου, μάλιστα, ότι η αποζημίωση και η παροχή τρίτου έχουν διαφορετική νομική βάση και διαφορετικό δικαιολογητικό σκοπό.Όπου ο νόμος προβλέπει υποκατάσταση του τρίτου στα δικαιώματα του ζημιωθέντα, δεν το κάνει επειδή θεωρεί ότι η αθροιστική απόληψη παροχής τρίτου και αποζημίωσης συνιστά αδικαιολόγητο πλουτισμό του ζημιωθέντα, καθώς σε αυτή την περίπτωση θα καταργούσε στο σύνολό της τη διάταξη του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚ, αλλά γιατί, με βάση νομικο-οικονομικά κριτήρια, κρίνει ότι πρέπει να αναγνωρισθούν δικαιώματα στον τρίτο που κατέβαλε την παροχή στον ζημιωθέντα είτε αυτός είναι Οργανισμός Κοινωνικής Ασφάλισης είτε ιδιωτική ασφαλιστική εταιρία.Η μη-εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚ από τα Δικαστήρια ουσίας συνιστά παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου, η οποία ελέγχεται αναιρετικά (559 περ. 1 ΚΠολΔ).Δ Έκταση εφαρμογής1 Ως προς το πρόσωπο του δικαιούχουΗ διάταξη του 930 εδ. γ΄ ΑΚ δεν αναφέρεται στον παθόντα αλλά σε αυτόν που αδικήθηκε. Η ευρύτερη αυτή γραμματική διατύπωση αποτυπώνει τη νομοθετική βούληση να περιληφθούν στη διάταξη του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚ τόσο οι αξιώσεις του παθόντα (929 εδ. α΄ ΑΚ) όσο και οι αξιώσεις του τρίτου ο οποίος είχε κατά το νόμο δικαίωμα να αιτηθεί την παροχή υπηρεσιών από τον παθόντα και τις στερείται λόγω βλάβης του σώματος ή της υγείας αυτού (929 εδ.β΄ ΑΚ), καθώς και οι αξιώσεις του τρίτου, σε περίπτωση θανατώσεως του παθόντα, ο οποίος είχε δικαίωμα να απαιτεί από το θύμα διατροφή ή παροχή υπηρεσιών (928 εδ.β΄ ΑΚ). 2 Ως προς τις καλυπτόμενες ζημίεςΗ διάταξη του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚ καλύπτει κάθε ζημία που προβλέπεται από τα άρθρα 928 και 929 ΑΚ, δηλαδή κάθε ζημία εκ της προσβολής της ζωής, του σώματος ή της υγείας του προσώπου, είτε ήδη επελθούσα είτε μελλοντική, και δεν έχει εφαρμογή σε περιπτώσεις προσβολής υλικών αγαθών και περιουσίας.3 Ως προς το πρόσωπο του τρίτου υπόχρεου σε παροχήΤρίτος μπορεί να είναι οποιοσδήποτε ανεξάρτητα αν είναι δημόσιο ή ιδιώτης, εργοδότης ή συγγενής, ασφαλιστικός οργανισμός κλπ.Τρίτος υπόχρεος σε αποζημίωση μπορεί να είναι και ο ίδιος ο ζημιώσας (ή διάδοχος αυτού). Ακόμη και στην περίπτωση αυτή, βάσει της διάταξης του άρθρου 288 ΑΚπερί της καλής πίστης στις συναλλαγές και προκειμένου να μην ωφεληθεί ο ζημιώσας, έχει επικρατήσει η άποψη ότι δεν χωρεί συνυπολογισμός της ωφέλειας στη ζημία, αλλά εφαρμόζεται ο κανόνας της διάταξης του άρθρου 930 εδ. γ ΑΚ. και ο ζημιώσας οφείλει τόσο την παροχή όσο και το σύνολο της αποζημίωσης.4 Ως προς τις καλυπτόμενες παροχέςΠαρά τη γραμματική διατύπωση της διάταξης και την αναφορά μόνο στις περιπτώσεις που ο τρίτος υποχρεούται σε αποζημίωση ή διατροφή του ζημιωθέντα, η διάταξη, εκφράζουσα γενικότερη αρχή, εφαρμόζεται ανεξαρτήτως του είδους της παροχής του τρίτου και καταλαμβάνει κάθε παροχή του τρίτου, ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, υποχρεωτική ή εξ ελευθεριότητας, η οποία σκοπεί στην άρση των συνεπειών της προσβολής του ζημιωθέντα.Με τη διασταλτική αυτή ερμηνεία του κανόνα του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚ εντάσσονται στη διάταξη αυτή τόσο οι υποχρεωτικές εκ του νόμου ή συμβάσεως παροχές, όσο και οι οικειοθελείς παροχές του τρίτου.Ωστόσο, όσον αφορά στις οικειοθελείς παροχές του τρίτου προς τον ζημιωθέντα, η αποφυγή καταλογισμού τους στη ζημία μπορεί να γίνει όχι μόνο με την ένταξή τους στον κανόνα του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚ, κατόπιν διασταλτικής ερμηνείας αυτού, αλλά και χωρίς προσφυγή στη διάταξη του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚ, καθώς, όπως έχει κρίνει η νομολογία, δεν υπάρχει αιτιώδης συνάφεια του ζημιογόνου γεγονότος και των οικειοθελών παροχών, οι οποίες έχουν ως αιτία όχι το ζημιογόνο γεγονός, αλλά τη θέληση του τρίτου που επιθυμεί οικειοθελώς να ενισχύσει τον ζημιωθέντα και γίνονται αποκλειστικά υπέρ αυτού και όχι προς απόσβεση του χρέους του υπαιτίου. Ε Περιπτώσεις εφαρμογής του κανόνα της αθροιστικής απόληψης παροχής τρίτου και αποζημίωσης από τον ζημιωθέντα1 Οικειοθελείς παροχέςα Παροχή υπηρεσιών νοσοκόμας-οικιακής βοηθού από οικείο πρόσωπο του ζημιωθένταΖήτημα εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚ γεννάται στην περίπτωση που, παρότι υφίσταται ανάγκη πρόσληψης αποκλειστικής νοσοκόμας-οικιακής βοηθού, εξαιτίας του είδους και της σοβαρότητας της προσβολής της υγείας του ζημιωθέντα και της συνεπαγόμενης αδυναμίας του να αυτοεξυπηρετηθεί, τις υπηρεσίες της αποκλειστικής νοσοκόμας-οικιακής βοηθού τις παρέχει στο ζημιωθέντα οικείο του πρόσωπο, συγγενικό ή μη, άνευ ανταλλάγματος.Η μη-καταβολή ανταλλάγματος στην περίπτωση αυτή δεν μπορεί να αποβεί προς όφελος του ζημιώσαντα και ο τραυματισθείς ο οποίος δέχεται τις αυξημένες περιποιήσεις και φροντίδες του οικείου του προσώπου δικαιούται να απαιτήσει από τον υπόχρεο προς αποζημίωση τουλάχιστον το ποσό που θα ήταν υποχρεωμένος να καταβάλει σε τρίτο πρόσωπο που θα το προσλάμβανε για τον σκοπό αυτό, έστω και αν δεν κατέβαλε κανένα τέτοιο ποσό σε οικείο του πρόσωπο.Συνεπώς στην περίπτωση αυτή, η αξίωση αποζημίωσης του ζημιωθέντα παραμένει ακέραιη έναντι του ζημιώσαντος, είναι δε πλήρης καθώς ισούται με την πλασματική αμοιβή της υποκατάστατης δύναμης και δεν περιορίζεται στην εύλογη αποζημίωση του ζημιωθέντα.β Οι εξ ελευθεριότητας παροχές τρίτουΣτην περίπτωση αυτή εντάσσονται τα τυχόν βοηθήματα φιλανθρωπικών οργανώσεων, η βοήθεια εξ εράνου, η δωρεάν νοσηλεία, η καταβολή χρημάτων από ελευθεριότητα κλπ.Επίσης, έχει κριθεί ότι στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνεται και η τυχόν έκπτωση επί της δαπάνης νοσηλείας που προσφέρεται από ιδιωτικό θεραπευτήριο προς τον ζημιωθέντα και όχι προς απόσβεση της υποχρέωσης του ζημιώσαντος, ο οποίος οφείλει να καταβάλει στον ζημιωθέντα το σύνολο της δαπάνης νοσηλείας πριν τη χορηγηθείσα έκπτωση.Την ίδια νομική αντιμετώπιση έχουν και οι τυχόν παροχές του Δημοσίου προς τον ζημιωθέντα κατά την άσκηση κοινωνικής πολιτικής (δωρεάν νοσηλεία, παροχές προς απόρους κλπ.), οι οποίες δεν καταλογίζονται στη ζημία και δεν περιορίζουν την υποχρέωση αποζημίωσης του υπαιτίου.2 Υποχρεωτικές παροχέςα Η καταβολή μισθού και αντιστοιχούντων δώρων και επιδομάτων από τον εργοδότηΣύμφωνα με το άρθρο 657 παρ. 1 ΑΚ, ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλλει το μισθό σε τραυματισθέντα υπάλληλο ή εργάτη, ο οποίος εμποδίζεται να εργαστεί από σπουδαίο λόγο που δεν οφείλεται σε υπαιτιότητά του.Η αξίωση του μισθού δεν μπορεί να υπερβεί τον ένα μήνα αν το εμπόδιο εμφανίστηκε ένα τουλάχιστον έτος μετά την έναρξη της σύμβασης και το μισό μήνα σε κάθε άλλη περίπτωση (658 παρ. 1 ΑΚ).Τα ποσά που τελικώς θα καταβάλει ο εργοδότης στον ζημιωθέντα για την κάλυψη του μισθού του (μαζί με τις νόμιμες κρατήσεις που ο εργοδότης πρέπει να παρακρατεί από τις αποδοχές του μισθωτού), καθώς και για την κάλυψη των αντιστοιχούντων επιδομάτων και δώρων, έχοντας δικαίωμα να αφαιρέσει τα ποσά που εξαιτίας του ατυχήματος καταβλήθηκαν στον εργαζόμενο από ασφάλιση υποχρεωτική κατά το νόμο (657 παρ. 2 ΑΚ), δεν καταλογίζονται στην αποζημίωση και δεν συμψηφίζονται με τις αξιώσεις του ζημιωθέντος έναντι του δράστη, ο οποίος δεν μπορεί να αποκρούσει τις αξιώσεις του ζημιωθέντα ισχυριζόμενος ότι τρίτος κατέβαλε σε αυτόν τις αποδοχές του.β Η καταβολή μισθού και αντιστοιχούντων δώρων και επιδομάτων από το ΔημόσιοΗ υποχρέωση του τρίτου προς παροχή μπορεί να στηρίζεται και σε σχέση δημοσίου δικαίου, όπως στην περίπτωση του ζημιωθέντα εργαζόμενου στο Δημόσιο, ο οποίος δικαιούται να λαμβάνει από το Δημόσιο-εργοδότη του το σύνολο του μισθού του και τα αντιστοιχούντα δώρα και επιδόματα καθόλη τη διάρκεια της ανυπαίτιας αδυναμίας του προς εργασία εξαιτίας τραυματισμού του από αδικοπραξία τρίτου (επιχείρημα εξ αντιδιαστολής από τη διάταξη του άρθρου 94 παρ. 1 του Υπαλληλικού Κώδικα).Ο ζημιωθείς, παρότι δικαιούται να εισπράξει κανονικώς από το Δημόσιο το μισθό με τα αντιστοιχούντα δώρα και επιδόματα, έχει κατά του τρίτου υπαιτίου αξίωση αποζημίωσης για την ίδια αυτή αιτία, χωρίς οποιοδήποτε συμψηφισμό με τα ποσά που έλαβε. Μάλιστα, ο ζημιωθείς δικαιούται να αναζητήσει από τον ζημιώσαντα όχι μόνο το καθαρό ποσό που έλαβε, αλλά το σύνολο των ακαθαρίστων (μικτών) αποδοχών του, τις οποίες θα λάμβανε αν δεν τραυματιζόταν, δηλαδή εκείνες στις οποίες περιλαμβάνονται και οι νόμιμες κρατήσεις, που ο εργοδότης πρέπει να παρακρατεί από τις αποδοχές του μισθωτού.γ Η καταβολή νοσηλίων από το ΔημόσιοΚατ’ άρθρον 114 παρ. 1 Υπαλληλικού Κώδικα, «το Δημόσιον υποχρεούται εις την νοσοκομειακήν, ιατρικήν και φαρμακευτικήν περίθαλψιν και τας δαπάνας κηδείας των τακτικών δημοσίων υπαλλήλων και των μελών των οικογενειών αυτών».Συνεπώς, το Δημόσιο φέρει την διπλή ιδιότητα του εργοδότη και του φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, παρέχοντας στους δημοσίους υπαλλήλους τις σχετικές ασφαλιστικές παροχές.Ο ζημιωθείς, παρότι δικαιούται να εισπράξει κανονικώς τα νοσήλια που καταβάλλει το Δημόσιο λειτουργώντας ως φορέας κοινωνικής ασφάλισης, έχει κατά του τρίτου υπαιτίου αξίωση αποζημίωσης για την ίδια αυτή αιτία, χωρίς οποιοδήποτε συμψηφισμό με τα ποσά που έλαβε, εκτός αν νόμω υπόχρεο είναι το «Επικουρικό Κεφάλαιο Ασφάλισης Ευθύνης από Ατυχήματα Αυτοκινήτων», οπότε εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 19 παρ. 5 εδ. α΄ π.δ. 237/1986, η οποία, αντίθετα, δεν εφαρμόζεται όταν το δημόσιο καταβάλλει στον παθόντα δημόσιο υπάλληλο το μισθό του λόγω της ανυπαίτιας ανικανότητάς του προς εργασία.δ Η καταβολή νοσηλίων από Οργανισμό Κοινωνικής ΑσφάλισηςΕκτός από τις περιπτώσεις όπου περιοριστικά ο νόμος προβλέπει την υποκατάσταση του ασφαλιστικού οργανισμού στα δικαιώματα του ζημιωθέντα και εφόσον εναγόμενο νομικό πρόσωπο δεν είναι το «Επικουρικό Κεφάλαιο Ασφάλισης Ευθύνης από Ατυχήματα Αυτοκινήτων», ο ζημιωθείς, ανεξαρτήτως αν ο ασφαλιστικός του φορέας κατέβαλε σε αυτόν τις δαπάνες νοσηλείας του, εξακολουθεί να έχει αξίωση αποζημίωσης απέναντι στον ζημιώσαντα για το σύνολο του ποσού που απαιτήθηκε για τη νοσηλεία του.ε Η καταβολή σύνταξης από Οργανισμό Κοινωνικής Ασφάλισης ή από το ΔημόσιοΕκτός από τις περιπτώσεις όπου περιοριστικά ο νόμος προβλέπει την υποκατάσταση του οργανισμού κοινωνικής ασφάλισης στα δικαιώματα του ζημιωθέντα και εφόσον εναγόμενο νομικό πρόσωπο δεν είναι το «Επικουρικό Κεφάλαιο Ασφάλισης Ευθύνης από Ατυχήματα Αυτοκινήτων», η σύνταξη που καταβάλλεται στον ζημιωθέντα από Οργανισμό Κοινωνικής Ασφάλισης ή από το Δημόσιο, σε περίπτωση πρόωρης συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας και για όλο το χρονικό διάστημα της ανικανότητας του παθόντα προς εργασία μέχρι το χρόνο που θα λάμβανε κανονικά (πλήρη) σύνταξη γήρατος, δεν καταλογίζεται στη ζημία και δεν αφαιρείται από την αποζημίωση που δικαιούται ο αμέσως ζημιωθείς για τα διαφυγόντα εισοδήματά του λόγω της ανικανότητάς του προς εργασία.Τα αυτά ως άνω και με τις ίδιες προϋποθέσεις και εξαιρέσεις ισχύουν και στην περίπτωση καταβολής σύνταξης στους νόμιμους δικαιούχους συνεπεία θανατώσεως του παθόντα, οι οποίοι δικαιούνται να εισπράξουν αθροιστικά την αποζημίωση και την σύνταξη. στ Η καταβολή διατροφής και νοσηλίων από τον υπόχρεο εκ του νόμου σε διατροφήΗ καταβολή διατροφής και νοσηλίων από τον υπόχρεο εκ του νόμου σε διατροφή του ζημιωθέντα, όπως στην περίπτωση διατροφής μεταξύ συζύγων κατά τις διατάξεις των άρθρων 1389 επ. ΑΚ, και μεταξύ ανιόντων και κατιόντων, κατά τις διατάξεις των άρθρων 1485 επ. ΑΚ, δεν στερεί από τον ζημιωθέντα το δικαίωμα να αξιώσει το ποσό αυτό από τον υπαίτιο της αδικοπραξίας.Ο ζημιωθείς διατηρεί ακέραιη την αξίωση αποζημίωσης έναντι του υπαιτίου, ανεξαρτήτως της παροχής του τρίτου.ΙΙ Οι εξαιρέσεις από τον κανόναΟι εξαιρέσεις στον κανόνα της διάταξης του 930 εδ. γ΄ ΑΚ καθιερώθηκαν με ειδικές νομοθετικές ρυθμίσεις, σταδιακά, μετά την εισαγωγή σε ισχύ του Αστικού Κώδικα που την περιλάμβανε, και εντάσσονται σε δύο κατηγορίες.Η πρώτη κατηγορία προβλέπει περιορισμό της έκτασης αποζημίωσης του ζημιωθέντα με την, υπό προϋποθέσεις, υποκατάσταση στις αξιώσεις του οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης ή φορέων ιδιωτικής ασφάλισης έναντι του ζημιώσαντα. Με τον τρόπο αυτό δεν παραβιάζεται η αρχή του δικαίου της αποζημίωσης, σύμφωνα με την οποία η ζημία του εμμέσως ζημιωθέντος τρίτου δεν αποκαθίσταται, καθώς ο τρίτος υπεισέρχεται στη νομική θέση του ζημιωθέντα κατά την έκταση που κατέβαλε σε αυτόν.Η δεύτερη κατηγορία προβλέπει περιορισμό της έκτασης αποζημίωσης νόμω υπόχρεου έναντι του ζημιωθέντα, και, συγκεκριμένα, περιορισμό της αποζημιωτικής ευθύνης του «Επικουρικού Κεφαλαίου» σε περιπτώσεις παροχών προς το ζημιωθέντα από Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης.Α Υποκατάσταση οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης στα δικαιώματα του ασφαλισμένου παθόντα1 Υποκατάσταση ΙΚΑα Νομοθετική ρύθμισηΗ καθιέρωση της υποκατάστασης του ΙΚΑ στην αξίωση αποζημίωσης του ασφαλισμένου του ή των μελών της οικογένειάς του κατά του υπόχρεου τρίτου θεσπίστηκε με το άρθρο 10 παρ. 5 ν.δ. 4104/1960όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 18 παρ. 1 του ν.4476/1965. Με το άρθρο 18 ν.1654/1986(έναρξη ισχύος 24-11-1986) ορίστηκε ότι η υποκατάσταση του ΙΚΑ επέρχεται αυτοδικαίωςαπό τότε που γεννήθηκε η αξίωση και, συνεπώς, η απόφαση του Διοικητή του ΙΚΑ δεν είναι προϋπόθεση για την υποκατάσταση όπως προέβλεπε το β.δ. 226/21-3-1973αλλά έχει απλώς διαπιστωτικό χαρακτήρα.β Προϋποθέσεις υποκατάστασης(i) Η ύπαρξη ασφαλιστικής σχέσης μεταξύ παθόντος και ΙΚΑΗ αναφορά στην τυχόν υπάρχουσα ασφαλιστική σχέση του ενάγοντα με το ΙΚΑ, δεν αποτελεί στοιχείο του ορισμένου της αγωγής του παθόντα κατά του υπόχρεου, αλλά αποτελεί θέμα ουσίας και, συνεπώς, αντικείμενο της αποδεικτικής διαδικασίας, σε περίπτωση δε που δεν μπορεί να εξακριβωθεί η ποιοτική, ποσοτική και χρονική αντιστοιχία των αγωγικών κονδυλίων με τις ασφαλιστικές παροχές του ΙΚΑ, τότε το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει την αναστολή της δίκης κατ’ άρθρον 249 ΚΠολΔγια την προσκόμιση σχετικής βεβαίωσης του ΙΚΑ.(ii) Η θεμελίωση αξίωσης αποζημίωσης στο πρόσωπο του ασφαλισμένου και των μελών της οικογένειάς του κατά τρίτου.Η αξίωση του ΙΚΑ κατά του ζημιώσαντος αποκτάται κατά τρόπο παράγωγο και, συνεπώς, φέρει μαζί της και όλα τα στοιχεία της αξίωσης του ζημιωθέντος (π.χ. σε περίπτωση συνυπαιτιότητας του ασφαλισμένου, η αξίωση του ΙΚΑ θα είναι περιορισμένη κατά το ποσοστό της ευθύνης του ασφαλισμένου-παθόντα).(iii) Άσκηση ασφαλιστικών δικαιωμάτων έναντι του ΙΚΑ από τον ασφαλισμένο.Η μεταβίβαση της αξίωσης του δικαιούχου της αποζημίωσης στο ΙΚΑ αφορά στο ποσό για το οποίο αυτό οφείλει ασφαλιστικές παροχές και δεν προϋποθέτει την προηγούμενη καταβολή τους. Βέβαια, αν τελικώς το ΙΚΑ δεν κατέβαλε ασφαλιστικές εισφορές τότε δεν τίθεται ζήτημα υποκατάστασης. Στις περιπτώσεις αυτές, οι οποίες συνιστούν σιωπηρή παραίτηση του ασφαλισμένου από τις παροχές του ΙΚΑ, μόνο ο παθών νομιμοποιείται ενεργητικά να αξιώσει τα σχετικά κονδύλια από τον τρίτο υπόχρεο.Σημειωτέον ότι είναι δικαίωμα και όχι υποχρέωση του ασφαλισμένου να χρησιμοποιήσει ή όχι τα δικαιώματα που του παρέχει η κοινωνική του ασφάλιση, καθώς μάλιστα η επιλογή του αυτή δεν έχει κανενός είδους επίδραση στο ύψος της υποχρέωσης αποζημίωσης του νόμω υπόχρεου παρά μόνο στο πρόσωπο του δικαιούχου της αξίωσης.Αν, κατά τα ανωτέρω, ο παθών δεν απευθυνθεί στο ΙΚΑ και δεν κάνει χρήση των δικαιούμενων από αυτό παροχών, από τις οποίες επιτρεπτώς παραιτείται, τότε η αξίωση αποζημίωσης, η οποία κατ’ άρθρον 18 ν.1654/1986 είχε μεταβιβαστεί στο ΙΚΑ κατά το χρόνο του ατυχήματος, επανακάμπτει στον δικαιούχο. Συνεπώς, «η μεταβίβαση της αξιώσεως προς το ΙΚΑ τελεί υπό τη διαλυτική αίρεση της οριστικής ματαιώσεως της υποχρέωσης προς παροχή του ΙΚΑ».(iv) Αντιστοιχία παροχών με αξίωση αποζημίωσης έναντι του τρίτου- ποιοτικήΟι παροχές και η αξίωση αποζημίωσης να είναι ομοειδείς και να υπηρετούν τον ίδιο σκοπό (π.χ. επίδομα ασθενείας με αξίωση παθόντα για διαφυγόντα εισοδήματα)- χρονικήΟι παροχές και η αξίωση αποζημίωσης να αναφέρονται στην ίδια χρονική περίοδο- ποσοτικήΤο ΙΚΑ ως ex lege εκδοχέας του ασφαλισμένου δεν δικαιούται να διεκδικήσει από τον ζημιώσαντα ποσό μεγαλύτερο από την απαίτηση που έχει ο παθών έναντι αυτού, έστω και αν κατέβαλε ασφαλιστικές παροχές μεγαλύτερες από την αξίωση αποζημίωσης του παθόντα έναντι του ζημιώσαντα, καθώς υποκαθίσταται μόνο στο ποσό της απαίτησης του δικαιούχου κατά του υπόχρεου τρίτου.Εφόσον οι παροχές του ΙΚΑ τελούν, από χρονική, ποιοτική και ποσοτική άποψη, σε συνάφεια με την αξίωση αποζημίωσης του ζημιωθέντα κατά του ΙΚΑ, επέρχεται η μεταβίβαση της απαίτησης του ΙΚΑ και δεν εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚ.2 Υποκατάσταση άλλων Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισηςα Νομοθετική ρύθμισηΜε τη διάταξη του άρθρου 47 παρ.6 του ν.3518/2006(ΦΕΚ Α΄ 272/2006) που προβλέπει ότι «οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 10 του ν.δ.4104/1960(ΦΕΚ 147 Α΄) όπως αντικαταστάθηκαν με την παράγραφο 1 του άρθρου 18 του ν.4476/1965(ΦΕΚ 103 Α΄) και συμπληρώθηκαν με το άρθρο 18 του ν.1654/1986, καθώς και οι διατάξεις του β.δ. 226/23.2/21.3.1973(ΦΕΚ 66 Α΄) έχουν ανάλογη εφαρμογή και στους ασφαλιστικούς οργανισμούς ελευθέρων επαγγελματιών, ανεξάρτητα απασχολουμένων, καθώς και στον Ο.Γ.Α.». επεκτάθηκε το καθεστώς υποκατάστασης του ΙΚΑ και σε άλλα ασφαλιστικά ταμεία (όπως ο ΟΑΕΕ και ο ΟΓΑ).β Διαχρονικό δίκαιοΤο καθεστώς της αυτοδίκαιης υποκατάστασης του ασφαλιστικού οργανισμού αφορά στα ατυχήματα που επήλθαν μετά τις 21-12-2006, οπότε τέθηκε σε ισχύ η διάταξη του άρθρου 47 παρ. 6 του ν.3518/2006.Η διάταξη του άρθρου 18 του ν.1654/1986που, σύμφωνα με συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 47 παρ. 6 και 75 του ν.3518/2006, εφαρμόζεται αναλογικά και στους ασφαλιστικούς οργανισμούς ελευθέρων επαγγελματιών, ανεξάρτητα απασχολουμένων, καθώς και στον Ο.Γ.Α μετά την 21-12-2006, τοποθετεί την αυτοδίκαιη μεταβίβαση της αξίωσης αποζημίωσης από τον παθόντα στον ασφαλιστικό του οργανισμό στο χρόνο γένεσης της αξίωσης αποζημίωσης, δηλαδή στο χρόνο επέλευσης της ζημίας (τραυματισμού του ενάγοντος) εκ του ζημιογόνου γεγονότος. Συνεπώς, το κρίσιμο χρονικό σημείο είναι η ημερομηνία που συνέβη το επίδικο ατύχημα, οπότε και γεννάται η αξίωση του ασφαλισμένου-δικαιούχου της αποζημιώσεως, δηλαδή αν συνέβη σε χρόνο προγενέστερο (οπότε δεν καταλαμβάνονται από τον ανωτέρω νόμο και, συνεπώς, για τις περιπτώσεις αυτές δεν υφίσταται περίπτωση υποκατάστασης του Οργανισμού) ή μεταγενέστερο της έναρξης ισχύος του ν.3518/2006(21-12-2006).Β Υποκατάσταση φορέων ιδιωτικής ασφάλισης στα δικαιώματα του ασφαλισμένου παθόντα (ασφαλιστική υποκατάσταση)1 Νομοθετική ρύθμισηΣύμφωνα με το εδάφιο β΄της παραγράφου 3του άρθρου 31του Ν.2496/1997 (ΦΕΚ Α 87/16-5-1997) που παραπέμπει στο άρθρο 14 του ιδίου νόμου, επέρχεται υποκατάσταση του ασφαλιστή μόνο στην περίπτωση ασφάλισης προσώπων κατά ατυχημάτων και ασθενειών και μόνο όταν αποδειχθεί ότι έχει συμφωνηθεί στην ασφαλιστική σύμβαση η καταβολή ασφαλίσματος να αντιστοιχεί σε συγκεκριμένες άμεσες ζημίεςτου ασφαλισμένου από ατύχημα.Με τη διάταξη του εδαφίου αυτού, ο κανόνας της ασφαλιστικής υποκατάστασης που ίσχυε μέχρι τότε μόνο στην ασφάλιση ζημιών (210 ΕμπΝ) εισήχθηκε στην ασφάλιση ατυχημάτων και ασθενειών με διάταξη παραπομπής χωρίς ενσωμάτωση του κανόνα στις ιδιαιτερότητες της ασφάλισης προσώπου και, κατ’ επέκταση, εισήχθηκε η ασφαλιστική υποκατάσταση και στις περιπτώσεις προσβολής της υγείας και του σώματος του παθόντα.Με τη σημαντική αυτή νομοθετική μεταβολή, αμφίβολης, ωστόσο, δικαιοπολιτικής σκοπιμότητας, τροποποιήθηκε ο υπερπεντηκονταετούς ισχύος κανόνας του άρθρου 930 εδ. γ΄ ΑΚ που αφορά σε προσβολή της ζωής, της υγείας και του σώματος του ζημιωθέντα, και όχι σε προσβολή υλικών αγαθών, και ο οποίος καθιέρωνε την αθροιστική απόληψη της αποζημίωσης και του ασφαλίσματος από τον ζημιωθέντα.Λόγω της ιδιαιτερότητας της ασφάλισης προσώπου, η ανάλογη εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 14 παρ. 1 ν.2496/1997απαιτείται να γίνεται από τα δικαστήρια ουσίας και το Ανώτατο Ακυρωτικό, αφενός μεν, αποκλειστικά και μόνο σε περίπτωση που η ασφάλιση ατυχημάτων έχει συναφθεί κατά το αποζημιωτικό σύστημα και, αφετέρου, με την τήρηση αυστηρών προϋποθέσεων και την αποφυγή κάθε διασταλτικής ερμηνείας, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε φαλκίδευση των δικαιωμάτων του παθόντα και σε άρση της ευθύνης του ζημιώσαντα, καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος με τη διάταξη αυτή να μην ωφεληθεί ο ασφαλιστής που κατέβαλε το ασφάλισμα, αλλά ο ζημιώσας (και εντεύθεν ο αστικώς υπεύθυνος), γεγονός το οποίο είναι εκτός της βούλησης του νομοθέτη και του δικαιολογητικού σκοπού της διάταξης.2 Προϋποθέσεις υποκατάστασης(α) Η ύπαρξη ασφάλισης ατυχημάτων και ασθενειών του παθόνταΤο άρθρο 14 του ΑσφΝ. (ν. 2496/1997) δεν εφαρμόζεται στην ασφάλιση ζωής και στην ασφάλιση αστικής ευθύνης, οι οποίες είναι ασφαλίσεις ποσού. Η παραπομπή στην ανωτέρω διάταξη, κατ’ άρθρον 31 παρ. 3 εδ. β΄ ν.2496/1997,αφορά μόνο στην ασφάλιση ατυχημάτων, αλλά και ασθενειών, καθώς κατ’ άρθρον 32 παρ. 2 ν.2496/1997 οι διατάξεις του άρθρου 31 εφαρμόζονται αναλόγως και στην ασφάλιση ασθενειών.(β) Το ασφάλισμα πρέπει να αντιστοιχεί στις συγκεκριμένες άμεσες ζημίες του ασφαλισμένου.Η ασφαλιστική υποκατάσταση προϋποθέτει ασφάλιση προσώπου για ατυχήματα κατά το αποζημιωτικό σύστημα, δηλαδή της καταβολής ασφαλίσματος μέχρι του ύψους των συγκεκριμένων άμεσων ζημιών του λήπτη της ασφάλισης (π.χ. νοσήλια, αμοιβές ιατρών, δαπάνη για φάρμακα) και δεν εφαρμόζεται στην ασφάλιση ποσού.Ωστόσο, στην ασφάλιση ατυχημάτων η καταβολή ασφαλίσματος μπορεί να αντιστοιχεί όχι μόνο στις συγκεκριμένες άμεσες ζημίες του ασφαλισμένου, οπότε και μόνο προβλέπεται υποκατάσταση, αλλά και (α) σε τυχόν κατ’ αποκοπή για κάθε περίπτωση συμφωνημένα ποσά εφάπαξ ή σε περιοδικές παροχές και (β) στην παροχή ιατροφαρμακευτικών και χειρουργικών υπηρεσιών (άρθρο 31 παρ. 3ν.2496/1997).Στις περιπτώσεις αυτές που, επί ασφαλίσεως ατυχημάτων, έχει συμφωνηθεί καταβολή στον ασφαλισμένο ποσού εφάπαξ ή σε περιοδικές παροχές, δεν χωρεί υποκατάσταση του ασφαλιστή.(γ) Ο παθών να είναι ο λήπτης της ασφάλισης.Η αξίωση αποζημίωσης κατά τρίτου πρέπει να θεμελιώνεται στο πρόσωπο του λήπτη της ασφάλισης (αντισυμβαλλόμενου) και μόνο. |